ΘΕΣΗ
Στο ΝΑ τμήμα της Λήμνου, στην περιοχή της Φυσίνης, σε απόσταση 20 μ. από τη σημερινή παραλία Λουρί και σε υψόμετρο 8 μ. από τη θάλασσα, χωροθετείται η παλαιολιθική θέση του Ούριακου. Ο χώρος σημειώνει την πρωιμότερη παρουσία κυνηγών-τροφοσυλλεκτών στο νησί, οι οποίοι έδρασαν κατά τη διάρκεια του κλιματικού επεισοδίου της Νεότερης Δρυάδος (10.800-9.600 π.Χ.), αρκετές χιλιετίες πριν από τον μέχρι σήμερα γνωστό προϊστορικό οικισμό της Πολιόχνης.
Η θέση βρίσκεται πάνω σε μια χαμηλή θαλάσσια αναβαθμίδα και ορίζεται από δύο μικρά ρέματα, στα οποία ο Ούριακος οφείλει και το όνομά του. Καλύπτει έκταση τουλάχιστον 1.500 τ.μ. χωρίς ωστόσο να είναι σαφή τα ακριβή όριά της, καθώς οι παχιές αμμοθίνες που κατακλύζουν σήμερα την περιοχή λειτουργούν ανασταλτικά για την πλήρη ορατότητά της.
Ο Ούριακος αποτέλεσε την πρώτη «ανοιχτή» θέση στον ελλαδικό χώρο και ανήκει στην Επιπαλαιολιθική παράδοση της 11ης χιλιετίας π.Χ. (Τελική Παλαιολιθική περίοδος) του αιγαιακού χώρου. Οι πρώτες παλαιο-περιβαλλοντικές έρευνες που πραγματοποιήθηκαν στο χώρο συνδυαστικά με την πεδινή ενδοχώρα που φαίνεται να εκτεινόταν σε μέρος της περιφέρειάς του διαμόρφωσαν την εικόνα ενός ελκυστικού χώρου δράσης τόσο για ανθρώπους όσο και για ζώα.
Τα χιλιάδες λίθινα εργαλεία που περισυλλέχθηκαν από τη θέση μαζί με άλλα κατάλοιπα της Τελικής Παλαιολιθικής περιόδου επιβεβαίωσαν την παρουσία μικρών ομάδων κυνηγών που έδρασαν στο βόρειο νησιωτικό Αιγαίο και χαρακτηρίζονται από έντονη κινητικότητα είτε δια ξηράς λόγω της χαμηλής θαλάσσιας στάθμης είτε δια θαλάσσης με τη χρήση πλεούμενων στα σημερινά νησιά του Αιγαίου.
Ήδη από την 11η χιλιετία π.Χ. το νησιωτικό Αιγαίο μαζί με τις γύρω ακτές του αποτέλεσε τον ζωτικό χώρο προϊστορικών ομάδων, οι οποίες εξοικειωμένες με τη θάλασσα, φαίνεται να πραγματοποιούσαν παραγωγικές δραστηριότητες και δια θαλάσσης μετακινήσεις, με σκοπό την αναζήτηση πρώτων υλών σε νέους τόπους και την ανταλλαγή γνώσεων.
Η παρουσία του Ούριακου στην ακριτική Λήμνο πρόσθεσε νέα δεδομένα στην εξέλιξη της αρχαιολογικής γνώσης σχετικά με τα νησιωτικά τοπία και τις παραλιακές περιοχές τους, σκιαγραφώντας σταδιακά την ιστορία των παλαιολιθικών θέσεων στο Αιγαίο και τις πολιτισμικές επαφές που ανέπτυξαν τα άτομα που έδρασαν εκεί με άλλες ομάδες στην ευρύτερη γεωγραφική περιοχή της Ανατολίας, λίγο πριν το τέλος της Παλαιολιθικής εποχής, ανάμεσα στο 11.000 και 10.000 π.Χ.
ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ
Το 2007, ΝΑ της Λήμνου, στην παραλία Λουρί στη θέση Φυσίνη και σε απόσταση μόλις 15 μ. από τη θαλάσσια περιοχή, εργασίες διαμόρφωσης που πραγματοποιήθηκαν από το Δήμο Λήμνου με σκοπό τη δημιουργία χώρου στάθμευσης, έφεραν στο φως το φυσικό υπόστρωμα απολιθωμένου αιολίτη, ο οποίος αποτέλεσε την επιφάνεια χρήσης μιας προϊστορικής εγκατάστασης με χιλιάδες μικρολιθικά, πυριτολιθικά εργαλεία και απολεπίσματα. Η τυχαία αυτή αποκάλυψη μιας εντυπωσιακής ποσότητας ευρημάτων της Παλαιολιθικής περιόδου (11η χιλιετία π.Χ.) κάτω από επιχώσεις άμμου αποτέλεσε το έναυσμα για την έναρξη συστηματικής αρχαιολογικής διερεύνησης στο χώρο, η οποία συνεχίζεται έως σήμερα.
Η έρευνα διεξάγεται από το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης υπό τη διεύθυνση του Ν. Ευστρατίου, Καθηγητή Προϊστορικής Αρχαιολογίας, σε συνεργασία με τους Δ. Κυριάκου, αρχαιολόγο, Π. Καρκάνα, γεωαρχαιολόγο, P. Biagi και E. Starnini, ειδικούς σε θέματα λιθοτεχνίας και ομάδες φοιτητών, με χρηματοδοτήσεις από το Ινστιτούτο Αιγαιακής Προϊστορίας, το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και τη Γενική Γραμματεία Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής.
Η πρώτη συστηματική επιφανειακή έρευνα στη θέση του Ούριακου πραγματοποιήθηκε το 2008, όπου περισυλλέχθηκαν και καταγράφηκαν περίπου 2.000 λίθινα ευρήματα, εργαλεία και απολεπίσματα. Τα επόμενα έτη, από το 2009 έως και το 2012, οι εργασίες εντατικοποιήθηκαν και περιελάμβαναν την επέκταση της συστηματικής επιφανειακής περισυλλογής αλλά και του χώρου της ανασκαφικής διερεύνησης.
Από τις πρώτες κιόλας αρχαιολογικές έρευνες στη θέση του Ούριακου κύριο μέλημα αποτέλεσε η αναζήτηση αδιατάρακτων επιχώσεων, επιφανειών δηλαδή όπου τα ευρήματα θα μπορούσαν να θεωρηθούν ότι βρίσκονται στην αρχική τους θέση, όπως επιφάνειες καθημερινής δραστηριότητας για την κατασκευή εργαλείων ή εστίες για την παρασκευή τροφής. Το 2012 και στη συνέχεια το 2013 και 2014, μετά από μια περίοδο επίμονης αναζήτησης, εντοπίστηκαν κάτω από φυσικές αποθέσεις άμμου αδιατάρακτοι ορίζοντες με τη μορφή σκληρών επιφανειών, οι οποίοι παρουσίασαν πληθώρα λίθινων εργαλείων και απολεπισμάτων, οστά ζώων και τμήματα ώχρας.
Η απόλυτη χρονολόγηση της εγκατάστασης στον Ούριακο στα μέσα της 11ης χιλιετίας (10.500 περ. π.Χ.) πραγματοποιήθηκε με τη μέθοδο της ραδιοχρονολόγησης και επιβεβαίωσε τη σχετική χρονολόγηση της θέσης, η οποία προέκυψε από τη μελέτη της τυπολογίας των εργαλείων που εντοπίστηκαν εκεί, συγκριτικά με αλλά χρονολογημένα σύνολα από γειτονικές περιοχές, όπως η σπηλιά Öküzini της Ανατολίας.
Η συστηματική ανασκαφή στο χώρο αποκάλυψε μια ιδιαίτερα σημαντική πρώιμη χρονικά εγκατάσταση στο νησιωτικό Αιγαίο και έδωσε σημαντικές πληροφορίες για τις καθημερινές δραστηριότητες και πρακτικές των κυνηγετικών και τροφοσυλλεκτικών ομάδων, οι οποίες δραστηριοποιήθηκαν στο Αιγαίο, λίγο πριν το τέλος της Παλαιολιθικής εποχής, γύρω στο 11.000 με 10.000 π.Χ.
Η έρευνα στο πεδίο έχει συμπεριλάβει έως τώρα τη χαρτογράφηση των γεωμορφών (θίνες, λιμνοθάλασσα, ρέματα), την εντατική λήψη δειγμάτων ιζήματος για ιζηματολογικές και περιβαλλοντικές αναλύσεις και δειγμάτων οπτικής φωταύγειας (OSL), τη λήψη αδιατάρακτων δειγμάτων για μικρομορφολογικές αναλύσεις από τις φυσικές και ανασκαφικές παρειές και τη λήψη πυρήνων ιζήματος με τη χρήση κρουστικού γεωτρύπανου. Οι εργαστηριακές αναλύσεις περιελάμβαναν ιζηματολογικές αναλύσεις, μικρο-στρωματογραφικές αναλύσεις (μικρομορφολογία), εκτεταμένο πρόγραμμα ραδιοχρονολογήσης και οπτικής φωταύγειας (OSL), αναλύσεις άνθρακα και γυρεόκοκκων για την ανασύσταση της παλαιο-βλάστησης, μελέτη τρηματοφόρων για τον υπολογισμό της αλμυρότητας, μελέτη οστρέων για τη σκιαγράφηση του παλαιο-περιβάλλοντος και του παλαιοκλίματος, καθώς και μελέτη ανασύστασης της ακτογραμμής με σκοπό την ερμηνεία του σχηματισμού των χερσαίων γεωμορφών και της ανθρώπινης παρουσίας σε σχέση με τις ευστατικές μεταβολές του χώρου.
ΤΑ ΕΥΡΗΜΑΤΑ
Μικρολιθική Λιθοτεχνία
Η εντυπωσιακή μικρολιθική λιθοτεχνία του Ούριακου παρουσίασε μια μεγάλη ποσότητα εργαλείων, τα οποία είναι κατασκευασμένα από ντόπιο υλικό, κυρίως ίασπη και ανδεσίτη. Οι λίθοι, με τη μορφή μικρών πυρήνων ή βοτσάλων, μεταφέρονταν στη θέση, όπου και γινόταν η επεξεργασία τους, όπως φανερώνει η ύπαρξη μεγάλων ποσοτήτων πυρήνων, απολεπισμάτων και υποπροϊόντων (φολίδες), τα οποία εντοπίστηκαν στο χώρο και καλύπτουν όλα τα στάδια κατασκευής τους.
Τα πιο χαρακτηριστικά εργαλεία της θέσης είναι τα μικρολιθικά «μισοφέγγαρα» (lunates), φτιαγμένα χωρίς «διπολική» επεξεργασία (bipolarretouch) και με «μικρογλυφική» τεχνική (microburintechnique), καθώς και τα κοντά ή μακριά τερματικά ξέστρα και οι μικρολεπίδες. Από τη μελέτη των εργαλείων προέκυψε ότι πρόκειται για ένα σύνολο από μοναδικά δείγματα πρώιμης λιθοτεχνίας για το Αιγαίο, η οποία εντάσσεται στις δυο τελευταίες χιλιετίες του Πλειστόκαινου, κάπου ανάμεσα στο 12.000 και 10.000 π.Χ. Οι μικρολιθικοί τύποι των «μισοφέγγαρων» απαντούν σπάνια στο χώρο της ΒΔ Ανατολίας και της Ν Βαλκανικής, με μοναδικά παράλληλα να εντοπίζονται στη σπηλιά του Öküzini στην περιοχή της Αντάλειας, ΝΔ της Μ. Ασίας.
Ένα εντυπωσιακό έξαρμα πυριτιομένου ανδεσίτη που εντοπίστηκε σε απόσταση 7 χλμ. ΒΔ της παραλίας του Ούριακου, καθώς και πολλά άλλα σημεία στην ευρύτερη περιοχή, τα οποία σημείωσαν διάσπαρτη πυριτολιθική πρώτη ύλη θα μπορούσαν να αποτελούν πηγές προμήθειας πρώτης ύλης για την κατασκευή των πρώιμων αυτών λίθινων εργαλείων.
Μέρος από την εντυπωσιακή και ιδιαιτέρως σημαντική μικρολιθική λιθοτεχνία από τη θέση του Ούριακου εκτίθεται σήμερα στον κάτω όροφο του Αρχαιολογικού Μουσείου της Λήμνου, στην πρωτεύουσα του νησιού, τη Μύρινα.